Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Επιλεγμένα

Σ. ΜΠΩΝΤΛΑΙΡ - Η ΔΙΠΛΗ ΚΑΜΑΡΗ

Édouard Manet,  Olympia , 1863    Μια κάμαρη που μοιάζει μ’ ονειροφαντασιά, μια κάμαρη αληθινά πνευματική , όπου ο στεκάμενος αέρας είναι αχνόθωρα βαμένος ροδογάλανος.    Η ψυχή λούζεται εκεί, μέσα στη ραθυμία, αρωματισμένη με νοσταλγία κι αποθυμιά. – Είναι κατιτί σαν από σούρουπο, γλυκορόδινο κι αχνογάλαζο· όνειρο ηδονής απάνου σε μιαν έκλειψη.    Τα έπιπλα έχουνε σκήματα μακρουλά, αποσταμένα, λαγγεμένα. Τα έπιπλα είναι σα να ονειρεύουνται. Θα τάλεγε κανείς προικισμένα με μια ζωή υπνιασμένη, καθώς το φυτό και τορυχτό. Τα υφάσματα μιλούνε μια γλώσσα βουβή, όπως τα λουλούδια, όπως οι ουρανοί, όπως τα ηλιοβασιλέματα.    Στους τοίχους καμιά καλλιτεχνική αμαρτία. Μπροστά στο απλό τόνειρο, στην ανάλυστη εντύπωση, η ορισμένη τέχνη, η τέχνη η θετική είναι βλαστήμια. Εδώ έχουνε όλα το ανάλογο φως και τη μαγευτικιά σκοτεινάδα της αρμονίας.    Μια μυρουδιά απειροελάχιστη από το πιο εξαίσιο νοτισμένη πολύ αλαφρά με υγρασία, πλέει μέσα σ’ αυτόν τον αέρα, όπου το πνέμα το γλυκαποκοιμίζουν αίστη

Alexander Pope - Ωδή στη μοναξιά


Alexander
 Pope - Ωδή στη μοναξιά
  Μετάφραση: Αλέξανδρος Τιχομίρ
 
Μακάριος εκείνος που έγνοια του κι ευχή 
Ίσα που χωράνε την πατρική του γη, 
Που του αρκεί του τόπου του αέρα ν’ αναπνέει, 
                                                  Σε χώματα δικά του. 
 
Που τα κοπάδια του με γάλα, οι αγροί του με ψωμί, 
Τα ζώα του μ’ ενδύματα τον προμηθεύουν, 
Που τα δέντρα του το θέρος ίσκιο τού προσφέρουν, 
                                                 Τον χειμώνα θαλπωρή. 
 
Ευλογημένος ο που ήρεμος μετρά 
Ώρες, μέρες, χρόνια να κυλούνε 
Μ’ ευρωστία, γαλήνη στην καρδιά, 
                                                 Οι μέρες μ’ ησυχία αποδημούνε 
 
Τις νύχτες μόλις που ανασαίνει· μελέτη και ξεκούραση 
Σε διαδοχή· τέρψη γλυκιά· 
Κι αθωότητα, που κάλλιστα ευφραίνει 
                                                 Στου στοχασμού τη συντροφιά. 
 
Αφήστε με λοιπόν δίχως θωριά, ταυτότητα, να ζήσω· 
Τον θάνατο στην απουσία θρήνων ν’ απαντήσω· 
Στου κόσμου πλέον τη σιγαλιά, με πέτρα καμιά 
                                                Πού κείμαι να θυμίζω. 

Το πρωτότυπο εδώ


Σχόλια

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ